"Είμαι
υπερήφανος όταν πηγαίνω σε παρελάσεις
και βλέπω μία κοινωνία που μετατρέπεται
σε πολυπολιτισμική, σιγά, σιγά..."
Κυριάκος
Μητσοτάκης
Ο
Εθνομηδενισμός
έχει βαθιές ρίζες. Για πολλά χρόνια
υπήρχε η λανθασμένη αίσθηση πως αφορούσε
μόνο τους αριστερούς, οι οποίοι είτε
από ά-νοησία, είτε από συνειδητή επιλογή,
(κυρίως μετά τον μετεμφυλιακό κοινωνικό
και επαγγελματικό αποκλεισμό που
υπέστησαν) αγκάλιασαν οτιδήποτε ήταν
ενάντιο στις έννοιες έθνος, πατρίδα,
θρησκεία και ταυτότητα. Κάπως έτσι
βάλθηκαν να μας κάνουν να ξεχάσουμε, ή
αν το θυμόμαστε να μην το λέμε και πολύ,
ότι ουδέποτε σε όλη τη μακρόχρονη ιστορία
μας δεν υπήρξαμε πολυπολιτισμικοί. Ότι
αντίθετα,
ήμασταν ανέκαθεν εθνοκοινοτικοί. Χάρη
σ’ αυτό μας το χαρακτηριστικό μπορέσαμε
κι επηρεάσαμε
άλλες κουλτούρες με τις οποίες κατά
καιρούς ήρθαμε σε
επαφή, αλλά
και επηρεαστήκαμε θετικά από αυτές,
χωρίς να χάσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά
της ιδιοπροσωπείας μας.
Όπου δε υπήρξε “ενσωμάτωση” και όχι
επηρεασμός,
έγινε μετά από τραγικές ήττες και
υποδουλώσεις, προκαλώντας
πάντοτε κοινωνική, εθνική και πολιτισμική
οπισθοδρόμηση.
Ο
εθνομηδενισμός όμως μεγάλωσε, επεκτάθηκε,
ή μάλλον αποκαλύφθηκε σε όλη την έκταση,
όταν οι ηγέτες των δήθεν συντηρητικών
κομματιών της
κοινωνίας (όπως ο Κ. Μητσοτάκης) πέταξαν
το προσωπείο της πατριδοφιλίας, δείχνοντας
το πραγματικό τους πρόσωπο. Αυτό
του οπαδού της Παγκοσμιοποίησης, του
απροκάλυπτου Εθνομηδενιστή.
Το
καίριο ερώτημα λοιπόν που πρέπει να
τεθεί, είναι αν τελικά τη θέλουμε την
πολυπολυτισμικότητα ή όχι. Αν
ήμαστε κι εμείς περήφανοι και ανυπόμονοι
για τα επόμενα μεγάλα βήματα της
αποεθνοποίησης του κράτους μας, όπως
δείχνει να είναι ο πρωθυπουργός μας. Αν
ήμαστε, όλα καλά. Ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε
τη Νέα Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών,
δείχνει να είναι ο
πλέον
ενδεδειγμένος. Χρησιμοποίησα
αυτόν
τον όρο
(Νέα
Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών)
γιατί ακριβώς περί αυτού πρόκειται. Δε
μιλάμε για κάτι παροδικό, αλλά για μια
κινητικότητα που θα κρατήσει πολλές
γενιές και που θα αλλάξει τα πάντα:
Χώρες,
ανθρώπους, νοοτροπίες, πολιτισμούς. Μια
μετακίνηση που έχει παγκόσμια
χαρακτηριστικά και την οποία ως κράτος
αδυνατούμε να σταματήσουμε, καθώς οι
αιτίες της μας ξεπερνούν.
Η
ατυχία
μας είναι, ότι σε αντίθεση με άλλα κράτη
όπως
η Τουρκία
ή
η Ουγγαρία,
επί του παρόντος αδυνατούμε και να την
ελέγξουμε
και να την
εκμεταλλευτούμε.
Αν
λοιπόν η απάντηση σ’ αυτό το κατακλυσμιαίο
γεγονός είναι η πολυπολιτισμικότητα,
η αντίδρασή μας μπορεί να έχει επί μέρους
βελτιώσεις, αλλά στην ουσία της είναι
αυτή που πρέπει.
Αν
όμως λέμε όχι;
Ανήκω
στους δεύτερους. Σ΄
εκείνο το
86% των Ελλήνων που είναι κατά της παραμονής
των Λαθρομεταναστών στη χώρα μας, σ’
εκείνους που από την πρώτη στιγμή
ξεσηκώθηκαν απέναντι στον νόμο για την
Ιθαγένεια, σ’
εκείνους που εξαγριώνονται όταν ακούν
τον Πρωθυπουργό των Ελλήνων
να
είναι περήφανος για την επικράτηση ενός
καρκινικού φαινομένου, που για πρώτη
φορά στη μακραίωνη ιστορία μας, μας
απειλεί όχι με υποδούλωση, αλλά με
ολοκληρωτική εξάχνωση εντός λίγων
γενεών.. Δεν είναι σχήμα λόγου, ούτε
υπερβολή. Ρωτήστε τους Χεταίους, τους
Αβάρους, τους Γαλάτες, τους Ρωμαίους
και τους Ινδιάνους, κάτι θα ξέρουν να
σας πουν επ’ αυτού. Κι
επειδή μάλλον θα δυσκολευτείτε να βρείτε
κάποιους από τους παραπάνω, ρωτήστε
τους κατοίκους της Μάνδρας και του
Κουτσόχερου. Αυτοί κι αν έχουν να σας
πουν.
Εκεί
λοιπόν είναι η μεγάλη κουβέντα: Στο
τι κάνουμε όσοι λέμε όχι.
Στο πως αντιμετωπίζουμε το πετροβόλημα,
τη λάσπη και
τη συκοφαντία του συστήματος, αλλά
κυρίως, στο τι λύση προτείνουμε. Γιατί
αν η λύση ως
βασικό της στοιχείο
έχει το να είναι αρεστή στους εθνομηδενιστές
που ελέγχουν τα πάντα, απλώς δεν είναι
λύση.
Η
λύση ΔΕΝ μπορεί να είναι αρέσει σε όλους.
Η
λύση δεν μπορεί παρά να είναι Ταυτοτική.
Να
θέτει ως άμεση και απόλυτη προτεραιότητα
την προστασία των Πολιτών αυτού του
κράτους και είναι βέβαιο ότι δεν θα
αρέσει ούτε στους Λαθρομετανάστες, ούτε
στους Πρόσφυγες, ούτε στους Εθνομηδενιστές.
Γιατί
αν
χρησιμοποιήσουμε αυτή την οπτική, το
ξέφραγο αμπέλι στο οποίο βρέθηκαν, θα
γίνει χώρα με θεσμούς, νόμους, κανόνες
και κουλτούρα, πράγματα που θα είναι
υποχρεωμένοι να σεβαστούν, χωρίς δεύτερη
ευκαιρία.
Δεν
είναι καθόλου βέβαιο ότι επιλέγοντας
αυτό το δρόμο τελικά θα τα καταφέρουμε.
Είναι όμως απολύτως βέβαιο για όποιον
θέλει να δει, ότι επιλέγοντας οτιδήποτε
άλλο θα χαθούμε. Το τι θα κάνουμε
εξακολουθεί ακόμα να εξαρτάται από
εμάς. Αυτό το “ακόμα” όμως, λιγοστεύει
επικίνδυνα.
Με
εκτίμηση
Αλέξανδρος
Νάρης
Αξκος
ε.α.-Συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου